Παναγιώτης Γιαννόπουλος 
Université Catholique de Louvain
Η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών κατά την πρώτη βυζαντινή αναγέννηση.
Η πρώτη βυζντινή αναγέννηση, μεταχύ του Θ ΄ και του ΙΑ ΄ αι., χαρακτηρίζεται από τη στροφή προς την ελληνκή αρχαιότητα. Το βυζαντινό κράτος όμως δε διέθετε οργανωμένα σχολεία για την εκπαίδευση των νέων. Η εκπαίδευση στηριζόταν αποκλειστικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Τα αγιολογικά κυρίως κείμενα παραδίδουν ότι οι γονείς, για τη μόρφωση των παιδιών τους, κατέφευγαν σε επαγγελματίες διδασκάλους, αλλά και σε κληρικούς ή μοναχούς.
Η συνήθης εκπαίδευση περιλάμβανε δύο κύκλους με μαθήματα γλώσσας, ορθογραφίας και στοιχεία μαθηματικών. Στη φάση αυτή οι διδάσκοντες χρησιμοποιούσαν κλασικά κείμενα και κυρίως τον  Όμηρο για τη διδασκαλία της γλώσσας. Παράλληλα και για τον ίδιο σκοπό χρησιμοποιούσαν το Ψαλτήριο, αποσπάσματα από την Καινή Διαθήκη και σπανιότερα πατερικά κείμενα ή Βίους αγίων. Η σπουδή των αρχαίων συγγραφέων (θύραθεν παιδεία) σε συνδυασμό με την σπουδή εκκλησιαστικών κειμένων (ιερά γράμματα) προυπέθετε τη βασική παιδεία και μπρούσε να διαρκέσει πολλά χρόνια.
Ήταν δυνατή στην πρωτεύουσα ή στα άλλα αστικά κέντρα και δαπανηρή. Στην επαρχεια οι κλασικές σπουδές ήταν ευκαιριακές και συνδέονται με την παρουσία μορφωμένων κληρικών σε επαρχιακές επισκοπές. Οι προτημήσεις στρέφονταν προς τους ρήτορες με τελικό σκοπό την ανάπτυξη της ικανότητας απομίμησης του ύφους των μεγάλων κλασικών.
Το περιεχόμενο των κλασικών κειμένων ενδιέφερε λιγότερο τους βυζαντινούς, επειδή, κατά την τρέχουσα άποψη, μπορούσε να παρασύρει τους αρχαιολάτρεις στην ειδωλολατρεία. Η διδασκαλία των αρχαίων συνεπώς, κατά την πρώτη βυζαντινή αναγέννηση, παραμένει σχολαστική χωρίς πραγματική ανθρωπιστιή θεώρηση των κλασικών συγγραφέων και χωρίς βαθύτερη επίδραση στη βυζαντινή αισθητική και τη φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου.